Κυριακή 1 Φεβρουαρίου 2015

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ Β-ΓΛΥΚΑΝΩ

Οι β-γλυκάνες (b-glucans) είναι φυσικοί πολυσακχαρίτες που βρίσκονται στο κυτταρικό τοίχωμα των μυκήτων και στα κυτταρικά τοιχώματα των δημητριακών σπόρων και κυρίως στο κριθάρι (2,5-11%) και τη βρώμη (2,2-7,8%). Οι β-γλυκάνες είναι πολυμερή γλυκόζης, δηλαδή αποτελούνται από πολλές μονάδες γλυκόζης που είναι ενωμένες μεταξύ τους.


ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ Β-ΓΛΥΚΑΝΩΝ ΣΤΗΝ ΥΓΕΙΑ


Οι β-γλυκάνες αποτελούν πλούσια πηγή διαιτητικών ινών,  βελτιώνοντας έτσι τη λειτουργικότητα του γαστρεντερικού σωλήνα.
Συμβάλλουν επίσης στη μείωση της χοληστερόλης (μέσω μείωσης της απορρόφησης χοληστερόλης στον πεπτικό σωλήνα, μέσω δέσμευσης των χολικών αλάτων και αποβολής τους στα κόπρανα οπότε η χοληστερόλη της κυκλοφορίας χρησιμοποιείται για την αναπλήρωσή τους και μέσω μιας οργανικής χημικής ένωσης που ονομάζεται προπιονικό οξύ η οποία επιδρά στον μεταβολισμό χοληστερόλης στο ήπαρ).
Συμβάλουν στην καλύτερη ρύθμιση των μεταγευματικών επιπέδων της γλυκόζης και ινσουλίνης του αίματος (μέσω μείωσης του ρυθμού κένωσης του στομάχου και κατ’ επέκταση μέσω μείωσης της ταχύτητας απορρόφησης της γλυκόζης που οδηγεί σε ηπιότερη γλυκαιμική και ινσουλιναιμική απόκριση).
Τέλος, θα μπορούσαν να παίξουν ρόλο στον έλεγχο του σωματικού βάρους, μέσω της αύξησης του αισθήματος του κορεσμού που έπεται της κατανάλωσής τους.

Οι β-γλυκάνες είναι σημαντικά δομικοί πολυσακχαρίτες που βρίσκονται στα κυτταρικά τοιχώματα των δημητριακών ολικής άλεσης κυρίως στο ενδοσπέρμιο και στην εξωτερική μεμβράνη των σπόρων. Η μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε β-γλυκάνες βρίσκεται κατά σειρά περιεκτικότητας στο κριθάρι, τη βρώμη, τη σίκαλη και το σιτάρι και η περιεκτικότητα επηρεάζεται και ποικίλει ανάλογα με το σπόρο αλλά και την περιοχή καλλιέργειας του εκάστοτε δημητριακού.
Συγκεκριμένα, το κριθάρι περιέχει κατ' ελάχιστο 2,5% του βάρους του σε β-γλυκάνες, η βρώμη 2,2%, η σίκαλη 1,2%, και το σιτάρι 0,4%
Οι β-γλυκάνες θεωρούνται ως διαιτητικές ίνες, διότι το πεπτικό σύστηνα του ανθρώπου δεν διαθέτει τα κατάλληλα ένζυμα για τη διάσπαση και αφομοίωσή τους, εκτός του παχέως εντέρου όπου σε κάποια έκταση αποικοδομούνται από την εντερική χλωρίδα.
Οι β-γλυκάνες των δημητριακών αποδεδειγμένα συμβάλουν στη ρύθμιση της εντερικής χλωρίδας, και στην περαιτέρω ρύθμιση της κινητικότητας του εντέρου, βελτιώνοντας σημαντικά στον όγκο της μάζας των κοπράνων. Αυξάνουν το χρόνο παραµονής της τροφής στο έντερο, επιβραδύνουν την κένωση του περιεχομένου του στοµάχου και την απορρόφηση της γλυκόζης, βοηθώντας σημαντικά στη ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα. Επίσης έχουν την σημαντική ιδιότητα να δεσμεύουν τοξικές ουσίες, και βοηθούν σημαντικά στη μείωση των επιπέδων της χοληστερόλης του αίματος καθώς και στη ρύθμιση του μεταβολισμού των λιποπρωτεινών. Η κατανάλωση δημητριακών με υψηλή περιεκτικότητα σε β-γλυκάνες αποφέρουν επιλεκτική μείωση της LDL (κακής χοληστερόλης) ενώ παράλληλα αυξάνουν την HDL (καλή χοληστερόλη).
Οι β-γλυκάνες, ως διαιτητικές ίνες, είναι άπεπτες στο λεπτό έντερο, αλλά ζυμώνονται ολοκληρωτικά ή μερικά από τη χλωρίδα του παχέως εντέρου, παρουσιάζουν ενδείξεις πρεβιοτικής δράσης, παράγοντας μικρού μοριακού βάρους λιπαρά οξέα, όπως το προπιονικό και το βουτυρικό οξύ, τα οποία αποτελούν πηγή ενέργειας των κυττάρων του εντερικού επιθηλίου εξασφαλίζοντας την καλή υγεία του εντέρου. Παρουσιάζοντας προστατευτική δράση ενάντια στον καρκίνο του παχέως εντέρου.
Η καθημερινή κατανάλωση τριών με τεσσάρων μερίδων δημητριακών ολικής άλεσης με μεγάλη περιεκτικότητα σε β-γλυκάνες όπως το κριθάρι και η βρώμη παίξουν σημαντικό ρόλο στον έλεγχο του σωματικού βάρους και στη βελτίωση του μεταβολισμού, όχι µόνο µέσω της ρύθμισης της γλυκόζης και ινσουλίνης, αλλά και µέσω της αύξησης της αίσθησης του κορεσμού, λόγω αύξησης του ιξώδους στο περιεχόμενο του στοµάχου και της μείωσης της απορρόφησης της τροφής από το λεπτό έντερο, δράσεις που φαίνεται ότι οδηγούν στη μείωση της όρεξης. Η μείωση της επιθυμίας για πρόσληψη τροφής, σε συνδυασμό µε µία υγιεινή και ισορροπημένη δίαιτα και ικανοποιητική άσκηση, μπορεί να βοηθήσει στον καλύτερο έλεγχο του σωματικού βάρους.